Ο δρόμος δεν έχει γυρισμό
Θυμάμαι, ήταν σπίτια φωτεινά
μπαινόβγαιναν μέσα σ’ αυτά
άνδρες, γυναίκες, παιδιά
Μα δεν θαρρώ πως θα μπορούσαν να φανταστούν
πως όλα αυτά θα χάνονταν
στην τρέλα, το μίσος, τα πάθη και την έχθρα
Σκοτάδι μαύρο στις ψυχές, στο νου, στην καρδιά
βρώμα, λάσπη και μια μανία για αίμα,
για πόνο, θλίψη και δυστυχία.
Τα σπίτια αυτά σκοτείνιασαν, μαύρισαν
και τώρα μόνο φεύγουν
δεν ξέρουν που πάνε…
Χάνονται, βρίσκονται, τους τρώει η γης
τους καταπίνει η θάλασσα.
Όμως τρέχουν, φεύγουν, χάνονται.
Δεν φταίνε αυτοί ούτε τα παιδιά τους
ούτε κι εμείς…
Ποιος φταίει;
Ο νους ο «λογικός» που δεν χορταίνει
που θέλλει πολλά, μα δεν τα βρίσκει
που του αρέσει το κακό – όχι σ’ αυτό στους άλλους
Θυμάμαι τα σπίτια ήταν φωτεινά
ήταν χτισμένα με ελπίδα και αγάπη
Τώρα ερήμωσαν, άδειασαν, μαύρισαν, βυθίστηκαν στην άβυσσο.
Ο δρόμος δεν έχει γυρισμό…
Χούρμος Νικόλαος
Μην με αφήνεις…
Είναι άδικο να με διώχνεις
θα φύγω από τη πατρίδα σου μην σπρώχνεις
όμως απορώ πως μπορείς να με αφήνεις μόνο
μην ξεχνάς , έχεις περάσει τον ίδιο πόνο
Ναι Έλληνα , εσύ
έτσι και εγώ , άφησα πίσω αδέρφια και παιδιά
γνωρίζεις τι θα πει ξενιτιά
και τι ωραία που είναι η λευτεριά
Είδα ανθρώπους να πνίγονται
στης θάλασσας τα κύματα ,
είδα παιδάκια να καίγονται
αντικρίζοντας χιλιάδες θύματα
Άκουσα φωνές
που σπάνε καρδιές ,
άκουσα ήχους
που πλέον κρύβονται σε τοίχους
Πάλεψα σκληρά
για να περάσω τη συνοριογραμμή ,
το πλήρωσα ακριβά
γιατί εδώ είναι κόλαση χωρίς επιστροφή
Με σκυμμένο κεφάλι
λασπωμένα παππούτσια
φεύγω , πηγαίνω σε άλλη
με την ελπίδα να μου φορέσουν τσαρούχια
Στηρίχτηκα στη φιλοξενία σου
βασίστηκα στην ιστορία σου ,
μην με αφήνεις μόνο
μην ξεχνάς , έχεις περάσει τον ίδιο πόνο
Ψάχνοντας τον Παράδεισο
Τους βλέπεις; Πες μου αν τους βλέπεις.
Είναι παντού γύρω μας.
Θέληση τους ο φόβος που αφήνουν πίσω
Μαζί με τις ζωές τους,
χαμένες πια,
θυσία στους δαίμονες του πολέμου
χωρίς αίσχος, χωρίς οίκτο.
Τα μέρη που άφησαν έρημα
Ερείπια που κάποτε είχαν μέσα τους ζωή,
οι δρόμοι έρημοι και αυτοί,
πέταξαν τα γέλια των παιδιών όπως τα πουλιά.
Τώρα μόνο θρήνοι αντηχούν από μακριά.
Στους ίδιους τώρα δρόμους
Σφαίρες μοναχά πετούν
Το σφύριγμα τους κελάηδισμα πλέον.
Πήραν δρόμο μακρύ, πολλοί και χωρίς επιστροφή
για κάπου όμορφα και ωραία.
Ο δρόμος για τον Παράδεισο είναι μακρύς όμως …
Και κακοτράχαλος, στρωμένος με πόνο
και φαιές ελπίδες ανθρώπων σαν εσένα και εμένα
με πάθη βλέψεις μεγάλες και όνειρα απατηλά.
Τίποτα παραπάνω δεν ζητούν παρά συμπαράσταση.
Ένα πιάτο φαί, μια κουβέρτα, ένα φρούτο
ακόμα και ένα χαμόγελο αγαθό.
Και θα συνεχίσουν το δρόμο το μακρύ
Ψάχνοντας να βρουν σε κάποια χώρα
τον Παράδεισο που με τόσο ζήλο αναζητούν…
Στράντζαλης Νικόλαος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου